(Αναδημοσίευση απο το mic.gr)
Αν δεν υπήρχε το Εν Πλω, θα μιλούσαμε για το αριστούργημα του ελληνικού ροκ. Αυτή η διαπίστωση δε μειώνει την αξία του δίσκου, απλά δείχνει το θαυμασμό μας απέναντι στη δουλειά του Σαδίκη: περιμέναμε πολλά. Και με τίποτε δεν απογοητευτήκαμε. Το αντίθετο συμβαίνει, μια που εδώ είναι το καλύτερο, με διαφορά στήθους από τα υπόλοιπα φυσικά, κατά τη γνώμη μου τραγούδι και των δύο, οι Παιδικοί Θεοί. Το μόνο στο οποίο υπερέχει ο πρώτος δίσκος τελικά είναι το ότι είχε το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού.
Από τις πρώτες στροφές της Φαντασίας διαπιστώνεις ότι τα πράγματα είναι διαφορετικά. Πιο σκληρά και πιο αληθινά. Εκεί που ο πρώτος δίσκος ήταν ένας ιμπρεσιονιστικός πίνακας, αυτός είναι μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, που μερικές φορές αλλάζει μαγικά σε έγχρωμη, μόνο και μόνο για να δραματοποιήσει τις ψυχολογικές μεταπτώσεις που επιφέρουν οι εσωτερικές διεργασίες, πομπού και δέκτη. Οι κιθάρες έχουν πιο πολύ γρέζο, τα (ηλεκτρονικά) τύμπανα είναι πιο δυνατά, η φωνή πιο μπροστά και πιο απογυμνωμένη. Ο ήχος είναι σαφώς πιο λιτός, και η παραγωγή λιγότερο φορτωμένη, και αυτό του δίνει περισσότερη αμεσότητα. Και τα πνευστά και τα έγχορδα, όπου υπάρχουν, είναι ουσιαστικά στοιχεία των τραγουδιών που υπάρχουν, και όχι στολίδια. Δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά.
Τα τραγούδια του Σαδίκη είναι απόλυτα. Ή τα παίρνεις όπως είναι, ή τα περνάς. Δεν αφήνουν περιθώρια για παρερμηνείες, ούτε κρύβουν τίποτα. Οι συμβολισμοί τους είναι τόσο δυνατοί που μιλάνε πιο άμεσα από την κυριολεξία. Και είναι τόσο προσωπικά που είναι κτήμα όλων. Κανένας άλλος στιχουργός δεν χρησιμοποιεί τόσο αποτελεσματικά και πειστικά το πρώτο πρόσωπο.
Ποτέ δεν θα μάθουμε τι θα γινόταν αν ο Σαδίκης ήταν πιο επαγγελματίας. Μπορεί να είχαμε ακόμη τρεις — τέσσερεις εκπληκτικούς δίσκους σαν κι αυτόν. Μπορεί όμως να μην είχαμε και τίποτα. Ο καθένας μας είναι αυτό που είναι, όπως το έθεσε εύστοχα και η Gloria Gaynor. Αν άλλαζε κάτι φαινομενικά μικρό, η εικόνα δεν θα ήταν η ίδια. Ας τον αφήσουμε να ζήσει, όπως έμαθε.
|